Σάββατο 9 Απριλίου 2011

Νικήτας Σταματελόπουλος ή Νικηταράς ο Τουρκοφάγος (1782-1849)

            Τελευταία ενημέρωση 14/4/2011
 Το σχόλιο μας:  Το παζλ με θέμα τον ήρωα της επανάστασης Νικήτα Σταματελόπουλο ή Νικηταρά τον Τουρκοφάγο περιλαμβάνει :   
  1. Βίντεο,  
  2. Βιογραφία,  
  3. Χαρακτηριστικές πληροφορίες για τον ήρωα, 
  4. Φωτογραφικό υλικό  και όχι μόνο
  5. Βιβλίο που κυκλοφορεί  με την βιογραφία του και  
  6. Δημοτικά Τραγούδια που αναφέρονται στο Νικηταρά 
1/  Νικηταράς ο Τουρκοφάγος(συλλογή βίντεο)         

Αναφέρονται στην ζωή, τους ηρωισμούς και στο ΗΘΟΣ αυτού του γνήσιου ΕΛλΗΝΑ 




Το αλίευσα ΕΔΩ  http://www.youtube.com/user/VAGOS1985#grid/user/5EE3A4B4233326C3


2/    Νικήτας Σταματελόπουλος ή Νικηταράς ο Τουρκοφάγος (1782-1849) (Βιογραφία)


Νικηταρά –Νικηταρά
Πού ᾽χεις στα πόδια σου φτερά
και στην καρδιά ατσάλι.





Νικήτας, επιζωγραφισμένη λιθογραφία, A. Friedel, Λονδίνο – Παρίσι, 1827. 
Ο Νικηταράς ήταν Αρκάς. Γεννήθηκε στο χωριό Τουρκολέκα της Μεγαλόπολης το 1782 και πατέρας του ήταν ο κλέφτης Σταματέλος Τουρκολέκας. Η μητέρα του Σοφία Καρούτσου ήταν αδελφή της γυναίκας του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Ο Νικηταράς λοιπόν ήταν ανιψιός του Γέρου του Μωριά. Κατά μία άλλη εκδοχή, ο Νικηταράς γεννήθηκε το 1784 στο χωριό Νέδουσα Μεσσηνίας, ένα μικρό χωριό στους πρόποδες του Ταΰγετου, προς την μεριά του Μιστρά, 25 περίπου χιλιόμετρα από την Καλαμάτα. Έτσι κι αλλιώς, τα παιδικά του χρόνια τα έζησε στο χωριό του πατέρα του, στο χωριό Τουρκολέκα του Δήμου Φαλαισίας της επαρχίας Μεγαλουπόλεως, του Νομού Αρκαδίας. Εντεκάχρονος, βγήκε στο αρματολίκι ακολουθώντας τον πατέρα του. Αργότερα εντάχθηκε στο «μπουλούκι» του περίφημου κλέφτη Ζαχαριά Μπαρμπιτσιώτη. Κοντά του έμαθε τα μυστικά της πολεμικής τέχνης, ξεχωρίζοντας για την ανδρεία και την ευρωστία του. Ήταν ψηλός, μελαχρινός, πρώτος στο πήδημα και γρήγορος στο τρέξιμο. Η αλληλοεκτίμηση και η φιλία που αναπτύχθηκε μεταξύ του Καπετάνιου και του Νικηταρά, οδήγησαν τελικά στον γάμο του  με την κόρη του Ζαχαριά, την  Αγγελίνα. Το 1805, στο μεγάλο διωγμό των κλεφταρματολών, ο πατέρας του σκοτώθηκε από τους Τούρκους και ο Νικηταράς ακολούθησε τον θείο του Θεόδωρο Κολοκοτρώνη στην Ζάκυνθο. Έκτοτε,  δεν τον εγκατέλειψε ποτέ. Την αφοσίωση του Νικηταρά προς τον θείο του ο λαός την είπε με δύο λόγια. « Μπροστά πηγαίνει ο Νικηταράς και πίσω ο Κολοκοτρώνης»  αλλά και θέλοντας να τονίσουν την στενή και άρρηκτη σχέση των δύο ανδρών έλεγαν: « Η κεφαλή ήτο του Κολοκοτρώνη και η χειρ του Νικηταρά ».


Εκείνο τον καιρό τα Επτάνησα τα εξουσίαζαν οι Ρώσοι. O Νικηταράς εντάχθηκε στο ρωσικό στρατό και με το τάγμα του πολέμησε εναντίον του Ναπολέοντα στην Ιταλία. Στη συνέχεια επέστρεψε στην Ζάκυνθο και υπηρέτησε αυτή την φορά τους Γάλλους, που στο μεταξύ είχαν καταλάβει το νησί με την συνθήκη του Τίλσιτ. Στις 18 του Οκτώβρη του 1818  - ενώ βρισκόταν στην Καλαμάτα – μυήθηκε στη Φιλική εταιρεία από τον Ηλία Χρυσοσπάθη. Με συντροφιά τον Αναγνωσταρά και αργότερα τον Δ. Πλαπούτα, περιόδευσε την Πελοπόννησο κατηχώντας πολλούς στο μεγάλο μυστικό και ετοιμάζοντας τον λαό για τον επερχόμενο ξεσηκωμό.  Με την έκρηξη της επανάστασης, μαζί με τον θείο του Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και άλλους οπλαρχηγούς μπήκε στην Καλαμάτα, στις 23 του Μάρτη του 1821. Είχε ενστερνισθεί βαθιά τις απόψεις και τα σχέδια του θείου του και πήρε μέρος σε όλες τις επιχειρήσεις για την κατάληψη της Τρίπολης που τότε ήταν το Διοικητικό κέντρο των Οθωμανών στην Πελοπόννησο. Στις 12-13 του Μάη επικεφαλής 800 ανδρών συμμετείχε στην νικηφόρα μάχη στο Βαλτέτσι. Αμέσως μετά και ενώ κατευθυνόταν προς το Ναύπλιο με 200 μόλις άντρες, προέκυψε η ανάγκη να αντιμετωπίσει στα Δολιανά, ισχυρή Τουρκική δύναμη 6.000 ανδρών υπό τον Κεχαγιάμπεη, υποστηριζόμενη και από πυροβόλα. Ήταν 18 του Μάη του 1821. Εκεί απέδειξε στο έπακρο τον ηρωισμό του και την σπάνια στρατιωτική του αρετή και ικανότητα. Κατάφερε να τους προξενήσει τεράστια  καταστροφή και σχεδόν να τους αποδεκατίσει.

Έντρομοι οι Τούρκοι σκορπίστηκαν στις γύρω ρεματιές για να γλυτώσουν, εγκαταλείποντας τα ζώα και τα πυροβόλα τους στα χέρια των Ελλήνων. Ο Νικηταράς, βλέποντας τους να φεύγουν τους φώναζε : « Σταθήτε Πέρσαι να πολεμήσωμε» και μάλιστα τους αποκαλούσε Περσιάνους. Αν στη μάχη στο Βαλτέτσι διακρίθηκε για την ανδρεία του, στην μάχη των Δολιανών, η ιστορία τον πήρε στα φτερά της. Οι επευφημίες των συντρόφων του έφτασαν ίσαμε τα ουράνια και για πρώτη φορά, βγαλμένο απ᾽τις καρδιές των συναγωνιστών του, ακούστηκε το παρατσούκλι που θα τον συνόδευε σε όλη του την ζωή. Με αυτό πέρασε στην ιστορία. Με αυτό έμεινε στη συνείδηση και την ψυχή των Ελλήνων.


Στρατηγός Νικηταράς ο Τουρκοφάγος


Με τις μάχες των Δολιανών και των Βερβένων, προξενήθηκαν ιδιαίτερα σοβαρές ζημιές στους Τούρκους – που αναγκάστηκαν να κλειστούν στην Τρίπολη- ξανάδωσαν κουράγιο  στους ξεσηκωμένους ραγιάδες, και προετοίμασαν το κλίμα για την άλωση της πρωτεύουσας του Μωριά, που πραγματοποιήθηκε στις 23 Σεπτέμβρη 1821, επιβεβαιώνοντας για μια ακόμη φορά, την στρατηγική του Κολοκοτρώνη. Στα Δολιανά, τον Νικηταρά τον αγάπησαν. Τον έκαναν δικό τους. Τον δέχτηκαν ως δικό τους ήρωα. Τον τίμησαν και τον τιμούν με κάθε τρόπο. Στο προαύλιο του Αγιώργη, πολιούχου του χωριού, έχει στηθεί αναμνηστική στήλη, αφιέρωμα των απανταχού Δολιανιτών. Στον τόπο που έγινε η μάχη, στην χαράδρα του Τσάκωνα, απέναντι από τα σπίτια του Χριστοφύλη όπου είχαν ταμπουρωθεί ο Νικηταράς και ο Καραμήτρος, δημιουργήθηκε πλατεία με το όνομα του και στήθηκε η προτομή του. Ακόμη, η γιορτή της επετείου, αποτελεί λόγο και αιτία συνάθροισης των απανταχού Δολιανιτών, των Τουρκολεκιωτών και των άλλων Συνελλήνων που επισκέπτονται το χωριό για να αποτίσουν φόρο τιμής στον ήρωα αλλά και όλους, όσοι έδωσαν το αίμα τους για την λευτεριά αυτού του Βράχου του Κόσμου.

Αφού πέρασε λίγος καιρός από τις δίδυμες μάχες, ο Κολοκοτρώνης τον έστειλε επικεφαλής της δύναμης που πολιορκούσε το Ναύπλιο. Από εκεί έφυγε για την Ανατολική Στερεά. Οι επαναστατημένοι Αθηναίοι τον εξέλεξαν αρχηγό τους. Οι Μαυρομιχαλαίοι όμως δυσφόρησαν για την ενέργεια αυτή των Αθηναίων. Ο Νικηταράς – που δεν ήθελε να δημιουργεί προβλήματα και έριδες – έφυγε για την Λειβαδιά. Βοήθησε τον Οδυσσέα Ανδρούτσο στην προσπάθεια του να ανακαταλάβει την πόλη. Υπήρξε τόσο δυνατή η αδελφική φιλία που αναπτύχθηκε μεταξύ των δύο ανδρών, ώστε έσμιξαν το αίμα τους κι έγιναν αδελφοποιητοί, σταυραδέρφια.

Κατόπιν, επέστρεψε στην Πελοπόννησο για να βοηθήσει τον Κολοκοτρώνη στην συνεχιζόμενη πολιορκία της Τρίπολης. Όταν η πόλη έπεσε (23/09/1821) οι Έλληνες την λαφυραγώγησαν και μοίρασαν τα λάφυρα. Μεταξύ των ελάχιστων που αρνήθηκαν να πάρουν μέρος στην διανομή ήταν και ο Νικηταράς.

Όλη του η ζωή ένας αγώνας. Μάχη στην μάχη. Δεν ήξερε και δεν ήθελε να ξαποσταίνει. Τον Δεκέμβρη του ᾽21 τον βρίσκουμε να πολιορκεί το Ναύπλιο. Η πολιορκία αυτή υπήρξε ατυχής και μάλιστα κινδύνευσε σοβαρά να αιχμαλωτισθεί από τους Τούρκους. Τον Απρίλη του ᾽22 με 700 παλικάρια παίρνει μέρος στην μάχη της Στυλίδας και της Αγίας Μαρίνας στο πλευρό του Ανδρούτσου. Η κορυφαία μετά τα Δολιανά στιγμή  της ζωής του έφτασε. Η Τουρκία απαλλαγμένη από τον Αλή πασά και τους όποια εσωτερικά της προβλήματα, πήρε την απόφαση να συντρίψει κάθε αντίσταση στην Πελοπόννησο.

Αρχηγός αυτής της πανστρατιάς ορίστηκε ο Χουρσήτ πασάς. Έξυπνος στρατηλάτης, ανδρείος αλλά άγριος και ωμός. Ο Χουρσήτ μισούσε τους Έλληνες, και περισσότερο τους Πελοποννήσιους, γιατί στην άλωση της Τρίπολης κατάσχεσαν τους θησαυρούς του και αιχμαλώτισαν τις γυναίκες του. Εκατό και πλέον πλοία ήταν έτοιμα να λάβουν μέρος στην εκστρατεία. Στον ισχυρό αυτό στόλο συμμετείχαν Τουρκικά πλοία αλλά και από την Αλγερία, την Τύνιδα και την Αίγυπτο.

Την τελευταία στιγμή – πιθανόν λόγω κάποιας μυστικής συκοφάντησης εκ μέρους των αντιπάλων του – ο Χουρσήτ αντικαταστάθηκε και  η αρχηγία δόθηκε στον Μαχμούτ πασά, τον γνωστό μας Δράμαλη.  Ο Δράμαλης είχε αρκετά θετικά αλλά και αρνητικά χαρακτηριστικά. Ενώ είχε ευγενική καταγωγή, ήταν νέος, ακμαίος, ωραίος, πλούσιος και ριψοκίνδυνος παράλληλα ήταν αλαζόνας, καυχησιάρης, ματαιόδοξος  και ανόητος. Κυρίως όμως φιλοχρήματος. Απόδειξη αυτής της αδυναμίας του αποτελεί το γεγονός της Ακροκορίνθου. Όταν ανακάλυψε τον θησαυρό του Κιαμήλ πασά, με ιδιαίτερη απληστία και χωρίς κανένα ενδοιασμό τον  καταχράστηκε, παίρνοντας συγχρόνως ως σύζυγο του την ωραιότατη χήρα του Κιαμήλ.

Στα τέλη του Ιούνη του 1822, το στράτευμα κίνησε για την Πελοπόννησο. Τριάντα χιλιάδες ήταν οι άνδρες που συγκεντρώθηκαν στην Λάρισα. Ισχυρό πυροβολικό, είκοσι χιλιάδες πολεμικά άλογα, τριάντα χιλιάδες μεταγωγικά άλογα και μουλάρια, και πεντακόσιες καμήλες. Μπροστά πήγαιναν οι Δερβίσηδες και οι ιμάμηδες που με στεντόρειες  φωνές απήγγειλαν κείμενα του Κορανίου, ενώ άλλοι τραγουδούσαν θρησκευτικά τραγούδια και πολεμικούς θούριους. Ακολουθούσαν οι πολεμιστές και πολλοί υπάλληλοι, αστρολόγοι, νεκρομάντεις, θαυματοποιοί, πωλητές καπνού, οπίου, ποτοπώλες, υπηρέτες, αργυραμοιβοί, δήμιοι κ.α.

Όπου περνούσε αυτός ο συρφετός άφηνε αποκαΐδια κι ερημιά. Ο σουλτάνος πανηγύριζε για τις καταστροφές που προκαλούσε στο διάβα του ο Δράμαλης. Μάλιστα, όταν έφτασε στα Γεράνεια όρη, ανέβηκε στην θέση που λέγεται «αέρες» και μεθυσμένος από χαρά και ικανοποίηση για την επιτυχία του, άρχισε να μοιράζει στους αξιωματούχους του τις επαρχίες της Πελοποννήσου.  Στις 5 του Ιούλη, η στρατιά πέρασε τον Ισθμό. Κατέλαβε χωρίς καμιά αντίσταση την Κόρινθο και προχώρησε στην Αργολίδα, περνώντας από τα Δερβενάκια. Η αλαζονεία του τον τύφλωνε. Ούτε για μια στιγμή δεν πέρασε από το νου του ότι πίσω του έκλειναν οι πόρτες.

Ότι « εκλείσθησαν αι πύλαι» όχι μόνο της στρατιωτικής του πορείας αλλά γενικότερα ολόκληρης της ύπαρξης του.

Ο Δημήτριος Βαρδουνιώτης στο βιβλίο του « Η καταστροφή του Δράμαλη» εξιστορεί μοναδικά και λεπτομερειακά, όλα όσα διαδραματίστηκαν στην Αργολίδα. Η θέση των Τούρκων είχε καταντήσει δεινή. Ο στρατός υπέφερε από την πείνα και την δίψα. Την οδυνηρή αυτή κατάσταση επιβάρυναν ακόμη περισσότερο, απρόβλεπτες ασθένειες και επιδημίες. Ο Δράμαλης αναγκάστηκε να πάρει την πικρή και μοιραία  απόφαση. Έδωσε την εντολή να γυρίσει η στρατιά στην Κόρινθο. Λογάριασε όμως με σύμβουλο του την ανάγκη. Λησμόνησε   τον Κολοκοτρώνη.

« Και περί τον όρθρον της 26 Ιουλίου εξεκίνησαν εξ Άργους πανστρατιά, διευθυνόμενοι προς το στενόν του Δερβενακίου, δι᾽ου είχον εισβάλει πρό τινων ημερών εις την Αργολίδα. Ώδευον, διηρημένοι εις δύο φάλαγγας (κολώνας). Ένεκα δε της πληθύος των στρατευμάτων και των κτηνών, εφαίνοντο μακρόθεν, ως παμμεγίστη μελανή νεφέλη, επισκιάζουσα την πεδιάδα όλην». (Η καταστροφή του Δράμαλη. σελ.139).  

Ο Νικηταράς ήταν κι εδώ παρών. Αρχικά συμμετείχε στην απόκρουση των Τούρκων στα Δερβενάκια, όπου διέλυσε την εκεί φρουρά. Κατόπιν, ανέβηκε στον Άγιο Σώστη και ταμπουρώθηκε στα στενά της χαράδρας. Με την θέση που επέλεξε και τον ηρωισμό του, κατάφερε να συντρίψει μεγάλο μέρος του στρατού που οπισθοχωρούσε. Οι Τούρκοι άφησαν εκεί περισσότερους από 3.000 νεκρούς. Μετά δύο μέρες επαναλαμβάνει τον άθλο του στη μάχη που έγινε στο Αγιονόρι. Εξολόθρευσε στην κυριολεξία το τμήμα των Τούρκων που επεχείρησε να περάσει από εκεί. Οι Τούρκοι μέσα στη σύγχυση και τον πανικό τους άφησαν πίσω τους πάνω από 600 νεκρούς. Η συμβολή του Νικηταρά και αυτή την φορά υπήρξε ιδιαίτερα σημαντική και αποφασιστική. Ο Δράμαλης – σε πλήρη απόγνωση –  κατάφερε να ανέβει σ᾽ ένα γάιδαρο για να μπορέσει να φτάσει στην Κόρινθο. Αλλά και ο γάιδαρος μέσα στην αντάρα σκοτώθηκε. Ο Δράμαλης πεζός, έφτασε στην Κόρινθο εξουθενωμένος, ρακένδυτος και χωρίς σαρίκι. Ο εγωισμός και η περηφάνια του πληγώθηκαν αγιάτρευτα. Ποτέ δεν ξεπέρασε την ντροπή των Δερβενακίων. Έπεσε σε βαριά μελαγχολία. Αδύναμος και ταλαιπωρημένος αρρώστησε από πνευμονία η οποία τελικά τον οδήγησε στον θάνατο, ανήμερα της γιορτής του Αγίου Δημητρίου του 1822.

Εν τω μεταξύ:

Μετά την μάχη στα Δερβενάκια, συγκεντρώθηκαν τα λάφυρα σε τεράστιους σωρούς. Αξιωματικοί και στρατιώτες μαζεύτηκαν για την μοιρασιά. Κάποιοι πρόσεξαν πως ένας συναγωνιστής τους έλειπε από την συντροφιά. Ήταν ο Νικηταράς.Παρά την άρνηση του να πάρει κι αυτός κάποια λάφυρα, στο τέλος και μετά από την επιμονή των συντρόφων του, πήρε μια σέλα, μια ταμπακέρα ξυλόγλυπτη κι ένα σπαθί. Την σέλα χάρισε αμέσως σε συμπολεμιστή και φίλο του. Την ταμπακέρα, την έστειλε στην γυναίκα του Αγγελίνα με το σημείωμα « Την στέλνω σε σένα που αγαπώ ύστερα από την Πατρίδα. Λάβε την για να με θυμάσαι». Το ξίφος το έστειλε στην Ύδρα για τις ανάγκες του στόλου. Οι πρόκριτοι όμως του νησιού, το επέστρεψαν λέγοντας ότι το σπαθί αυτό, μόνον όταν το κρατεί το χέρι του Νικηταρά έχει αξία. Την ίδια εποχή – λέγεται – ότι χάρισε ένα μικρόσωμο άλογο χωρίς ουρά στον λαϊκό στιχουργό του αγώνα Τσοπανάκο ενώ σε κάποιο νησί πρότεινε κι έστειλαν μια καμήλα. Οι νησιώτες που δεν είχαν ξαναδεί τέτοιο ζώο, ύστερα από σκέψη πολλή και με την σύμφωνη γνώμη του γεροντότερου, αποφάσισαν πως πρόκειται για « χιλιόχρονο λαγό ».

Η αφιλοκέρδεια και η ανιδιοτέλεια του Νικηταρά έμεινε παροιμιώδης. Ποτέ δεν ζήτησε και ποτέ δεν πήρε.  

Όταν άρχισαν οι εμφύλιες διαμάχες το 1823, ο Νικηταράς τάχθηκε – όπως ήταν φυσικό – με το μέρος του θείου του και κατά της Κυβέρνησης Κουντουριώτη. Παρ᾽ όλη την υποστήριξη του στον Κολοκοτρώνη, τήρησε μετριοπαθή στάση και δεν πήρε μέρος στις μάχες που έγιναν προσπαθώντας μάλιστα με τις παρεμβάσεις του, να συμφιλιώσει τα πράγματα.
Μετά την επικράτηση των Κυβερνητικών, πήγε στο Μεσολόγγι και εντάχθηκε στην υπηρεσία του Δ. Μακρή. Κλείστηκε στην πολιορκημένη πόλη και πολέμησε κατά του Κιουταχή, στην δεύτερη πολιορκία. Μετά την χορήγηση αμνηστίας, ενόψει της εισβολής του Ιμπραήμ, επέστρεψε στην Πελοπόννησο επικεφαλής στρατιωτικού τμήματος και έλαβε μέρος σε πολλές μάχες. Το 1826 με συμπολεμιστή τον Γεώργιο Καραϊσκάκη, έλαβε μέρος, με 800 άντρες, στη νικηφόρα μάχη της Αράχοβας.( Νοέμβρης 1826).

Γύρισε εσπευσμένα στο Ναύπλιο γιατί αρρώστησε βαριά από πλευρίτιδα. Μετά την θεραπεία του ακολούθησε τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και πήρε μέρος σε πολλές μάχες κατά του Ιμπραήμ. Για δεύτερη φορά πολέμησε στο πλευρό του Καραϊσκάκη στην άτυχη μάχη του Φαλήρου τον Απρίλη του 1827. Εδώ, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι μαζί τους πολέμησε ένας από τους πιο τίμιους και γνήσιους φιλέλληνες. Πρόκειται για τον Αμερικανικής καταγωγής Τζώρτζ Τζάρβις ( George Jarvis) ο οποίος μετά από πολλές μάχες στο πλευρό του Κολοκοτρώνη, πέθανε στο Άργος στις 11 Αυγούστου του 1828, σε ηλικία 31 χρονών.

Μετά την απελευθέρωση εντάχθηκε στο κόμμα των ρωσόφιλων ( Ναπαίων). Πάντοτε όμως εκείνο που επεδίωκε με όλες του τις δυνάμεις ήταν η δικαίωση των αγωνιστών και η διασφάλιση του λαού  από τις ξένες επεμβάσεις. Στήριξε σθεναρά τον Κυβερνήτη Καποδίστρια και υπήρξε στενός συνεργάτης του. Στην Δ΄ Εθνοσυνέλευση του Άργους έλαβε μέρος ως πληρεξούσιος του Λεονταριού ( Αρκαδίας).

Το 1829, με συνέταιρο τον Αρχιμανδρίτη Πύρρο τον Θετταλό, ιδρύουν χαρτοποιείο στο Κεφαλάρι, καταβάλλοντας 3.000 γρόσια έκαστος. Κατασκευάζουν χίλια περίπου φύλλα χαρτιού. Τα χρήματα όμως τελειώνουν κι έτσι οι εργασίες σταματούν. Μη έχοντας την δυνατότητα να συνεχίσουν την παραγωγή, απευθύνονται στον Καποδίστρια.  Ο Πύρρος δεν συμπαθεί τον Κυβερνήτη και πολλές φορές έχει εκφράσει τις εχθρικές διαθέσεις του. Πιστεύει όμως ότι θα ενδώσει και θα τους προσφέρει την βοήθεια του, προς χάριν της φιλίας του Κυβερνήτη με τον Νικηταρά. Ο Καποδίστριας γνωρίζει ότι μια τέτοια επιχείρηση δεν έχει μέλλον. Εξ᾽ άλλου θεωρούσε ότι προτεραιότητα είχαν άλλες ανάγκες και ενέργειες σχετικές με την ανώμαλη πολιτική κατάσταση και δεν απαντά καθόλου στο αίτημα των δύο συνεταίρων. Ο Νικηταράς βλέποντας την κατάσταση, συνειδητοποιεί ότι η δουλειά του χαρτοποιείου δεν μπορεί να προχωρήσει. Μεταφέρει τις μηχανές στο σπίτι του, στο Άργος.

Το 1830 διορίστηκε Γενικός Αρχηγός της Πολιτικής Φρουράς Πελοποννήσου, το 1831 Πρόεδρος του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου των Ελαφρών και το 1832 Γενικός Αρχηγός του Στρατοπέδου Κορίνθου και έπειτα Αρχηγός της Μεσσηνίας. Μετά  από όλα αυτά και μετά την άφιξη του Όθωνα στο Ναύπλιο, στις 25 Ιανουαρίου του 1833, ο Νικηταράς και ο Πύρρος απευθύνουν και πάλι αίτημα προς αυτόν, ζητώντας την συνδρομή του για την επανεκκίνηση των εργασιών του χαρτοποιείου. Αλλά και ο Όθωνας δείχνει να μη συμμερίζεται τις απόψεις των δύο συνεταίρων. Η κατάσταση οδηγεί σε αδιέξοδο. Η επιχείρηση χαρτοποιίας λήγει άδοξα.

Η αλήθεια είναι πως ο Νικηταράς δεν συμπάθησε ποτέ τους Βαυαρούς γι᾽αυτό και έμεινε αμέτοχος και απομονωμένος. Το 1834 προάγεται σε Συνταγματάρχη και διορίζεται  στρατιωτικός νομοεπιθεωρητής αλλά τον Αύγουστο του ίδιου έτους, μετά το κίνημα της Μεσσηνίας, τον συνέλαβαν και τον φυλάκισαν. Το 1839, θεωρήθηκε ένοχος συνομωσίας κατά του Όθωνα. Φυλακίστηκε στο Παλαμήδι και το 1840 δικάστηκε, κρίθηκε αθώος και αφέθηκε ελεύθερος. Οι Βαυαροί όμως δεν δέχτηκαν την απόφαση του Δικαστηρίου και με υπογραφή του Όθωνα φυλακίστηκε στην Αίγινα. Με όλους αυτούς τους διωγμούς και τις ταλαιπωρίες ο Νικηταράς κουράστηκε. Η υγεία του κλονίστηκε σοβαρά. Στην δίκη που έγινε στις 18 Σεπτέμβρη 1841, δόθηκε εντολή να προσαχθεί καθιστός. Αμνηστεύθηκε και αποφυλακίστηκε σχεδόν τυφλός. Ασθενής και ταλαιπωρημένος φτάνει στο Άργος, στο σπίτι του. Μολονότι καμιά σχέση δεν είχε με τον τόπο αυτό, δέθηκε μαζί του. Εξ᾽ άλλου ένα αγρόκτημα στην θέση Σερεμέτι, κοντά στα όρια του Άργους προς το Ναύπλιο και την Νέα Κίο, που τότε βέβαια δεν είχε ακόμη δημιουργηθεί, ήταν όλη του η περιουσία αν και όπως διαβάζουμε στους « Μύλους της Αργολίδας» του Γιώργου Αντωνίου και ο οποίος επικαλείται κείμενο του Θεόδωρου Δ. Γιαννακόπουλου στα « Ναυπλιακά Ανάλεκτα ΙΙΙ 1998, και στο οποίο αναφέρεται ότι « …ο Νικηταράς είχε τρεις υδρόμυλους στο Κεφαλάρι Άργους (σύμφωνα με την διαθήκη της συζύγου του Αγγελικής, 197/1863 του συμβολαιογράφου Ναυπλίας Ι. Σαριγιάννη). Στο  Σερεμέτι πάντως ακούμπησε τις ελπίδες του για επιβίωση δική του και της οικογένειας του. Εκεί ο « ωκύπους» στρατηγός πότισε με τον ιδρώτα του την βαλτώδη γη και την μετέτρεψε σε γόνιμη και καλλιεργήσιμη.  Δεν ήταν όμως τυχερό του να ησυχάσει.
Σε μια αναφορά του προς τον Όθωνα, σχετική με το κτήμα στο Σερεμέτι και με ημερομηνία 24 Οκτωβρίου 1841 γράφει:

Μεγαλειότατε,

Εις διαφόρους περιστάσεις και εποχάς έκαμα γνωστόν εις την Υμετέραν Μεγαλειότητα ότι δι᾽ αδείας της υπό της αισίας ελεύσεως της Ελληνικής Κυβερνήσεως, μοι παρεχωρήθησαν όλες οι εντός της κατά την Αργολίδα θέσεως Σερεμέτι εθνικές γαίες, χέρσας δε ούσας, και καταπλακωμένας υπό των υδάτων. Ηγωνίσθην, εξόδευσα, ότι εντίμως απελάμβανα, απεξήρανα τας γαίας αυτάς και εγεώργησα ικανόν μέρος αυτών, ενήργησα φυτείας, αυταί δε κατεστράφησαν εκ των ώδε ανωμαλιών, επανέλαβα μετά ταύτα τας γεωργικάς εργασίας δια να δυνηθώ να πραγματοποιήσω τον οποίον η Κυβέρνησις προέθετο σκοπόν, του να εξασφαλίση πόρον ζωής εις την πολυάριθμον οικογένειαν γηραιού στρατιωτικού, όστις τίποτε άλλο δεν απήτησε πώποτε.

Μετά την σύστασιν του ιπποφορβείου, μου αφηρέθησαν αι γαίαι αυταί, μοι αφέθη όμως μέρος αυτών κατά το τοπογραφικόν σχέδιο του αρχηγού του πυροβολικού. Τούτο συνέβη μεταξύ των ετών 1836 και 1837. Έκτοτε ασχολούμαι με την βελτίωσιν της καλλιεργείας των οποίων μοι αφέθησαν γαιών, αλλ᾽επέπρωτο ίσως καθ᾽ ήν στιγμήν χαίρω τα αποτελέσματα της δικαιοσύνης της Υ.Μ. να ίδω να αφαιρούν από εμέ γη ως είρηται αφεθείσαν εις την κατοχήν μου γαίας Σερεμετίου, και να μάθω ότι ικανόν μέρος αυτών εξετέθη εις δημοπρασίαν.

Ο Νικηταράς δεν είχε άλλους πόρους, δικούς του. Για να αποξηράνει, να εμπλουτίσει και να καλλιεργήσει την γη του χρειάστηκε να δανειστεί. Δανείστηκε για να φτιάξει το σπίτι του. Δανείστηκε όμως και για συντηρήσει τους στρατιώτες του τον καιρό του αγώνα. Οι τόκοι τον έπνιξαν.

Σε αναφορά του στην Γερουσία και την Βουλή, το δίκιο τον πνίγει και ο λόγος του πύρινος:

«…Ως εκ τούτου κατεδαπάνησα εις αυτό πολλά εις καλλιέργειαν, οικοδομήσας οίκους, ανοίξας χάνδακας, εμφυτεύσας αμπελώνας, δένδρα και λοιπά˙ προς τούτοις δε και όσα εργάσιμα, ζώα και άλλα χρήματα. Αλλ᾽η Αντιβασιλεία αυθαιρέτως και αυτογνωμόνως με αφήρεσεν το πλείστον μέρος αυτού˙αλλά και σύρουσά με εις τας καθύγρους φυλακάς˙εν αυτή τη φυλακή με κατηνάγκασε ή να οικοδομήσω την εν Ναυπλίω οικίαν μου ή να την πουλήσω και ούτω με εξέθεσεν εις πολλά δυστυχήματα˙διότι αναγκασθείς να εμπιστευθώ εις ξένους την φροντίδα της οικοδομής και υποπεσών σε σφετερισμούς και τόκους, αντί 30 ή 35 χιλιάδων δραχμών δαπάνης η οικοδομή ανέβη εις 79.775, την ακρίβειαν των οποίων βλέπετε εις επισυναπτόμενον ενταύθα κατάλογον. Αναγκασθείς εκ τούτου να δανεισθώ εσχάτως 20.000 δρχ. από την Τράπεζαν, αδύνατο να πληρώνω το χρεώλυστρον και το μέλλον απειλεί τα χειρότερα˙ και δια να γνωρίζετε κάλλιον την αλήθεια σας επισυνάπτω δεύτερον ονομαστικόν κατάλογον των όσων κατά τον Αγώνα εδανείσθην δια να οικονομώ εν μέρει τους υπ᾽εμού στρατιώτας και δια τα οποία σήμερον σύρομαι καθ᾽εκάστην εις τα δικαστήρια και πληρώνω ως αν έμελον να υποβάλλωμαι δια τον πατριωτισμόν μου( συγχωρήσατέ μοι να το ειπώ) εις πρόστιμα.
………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….
Ακολούθως δε ότι αποφασισθή και εγώ βέβαια υπάγομαι εις την εθνικήν θέλησιν και απόφασιν».

Ακόμη και τώρα, ο Νικηταράς πειθαρχεί. Ο Έλληνας πατριώτης, που μπορούσε να βγει από τον αγώνα πάμπλουτος, τώρα φτωχός και χρεωμένος εκλιπαρεί την βοήθεια και υποστήριξη από τους κατέχοντες θώκους που εκείνος τους εξασφάλισε. Το 1843 προάγεται σε υποστράτηγο ενώ μετά την εξέγερση της 3ης του Σεπτέμβρη του 1847 διορίστηκε Γερουσιαστής, αξίωμα που του εξασφάλισε μια πενιχρή σύνταξη. Παρά τις προσπάθειες του όμως, του ίδιου και της οικογένειας του, αλλά και τις εντολές της Κυβέρνησης για αναστολή των διώξεων λόγω χρεών, το κτήμα στο Σερεμέτι τελικά δεν σώθηκε, εκποιήθηκε.

Ο Νικηταράς και η Αγγελίνα απέκτησαν τρία παιδιά. Τον Γιάννη και δύο κόρες. Ο Γιάννης έγινε στρατιωτικός, ενώ η μια του κόρη τρελάθηκε από την λύπη της όταν είδε τον πατέρα της μετά την φυλάκισή του στην Αίγινα, εξουθενωμένο, τυφλό και ανήμπορο. Ο Νικηταράς μπορεί να υπέφερε πολλά, αλλά ποτέ δεν βαρυγκώμισε και ποτέ δεν είπε πικρή κουβέντα για την Πατρίδα. Μπορεί να μη δικαιώθηκε – όπως άλλοι- στα μάτια των συγχρόνων του. Έχει όμως σημαδέψει ανεξίτηλα τις ψυχές του λαού. Έχει δικαιωθεί στην συνείδηση των νεοελλήνων που τον τιμούν και τον έχουν κατατάξει στους κορυφαίους Έλληνες αγωνιστές.

Το κείμενο με τα λόγια του Λυκούργου Κρεστενίτη που έστειλε στις 25 του Ιούνη 1849, προς την Βουλή των Ελλήνων, δείχνει τον σεβασμό και την εκτίμηση κάποιων Ελλήνων προς το πρόσωπο του οπλαρχηγού:

« Το όνομα του Νικήτα και το δια της σπάθης αυτού αποδοθέν εις τον ίδιον ( του Τουρκοφάγου) τις δύναται να αρνηθή ότι δεν ήχησε καθ᾽όλην την Ευρώπη και την Ασίαν, προφερόμενον εισέτι με σέβας και θαμασμόν παρά πάντων; Τις δύναται να αμφιβάλη ότι ο βίος του Νικήτα θέλει καλύψει πολλάς της ιστορίας σελίδας και θέλει στολίση αυτήν με ανδραγαθήματα του ήρωος τούτου, τα οποία εις τας επερχομένας γενεάς θέλουν χρησιμεύσει ως τύπος και παραδειγματισμός του ακραιφνούς πατριωτισμού και του ηρωισμού, όστις αναβιβάζει τον πολίτην στρατιώτην εις την εύκλειαν της αληθούς δόξης;

Η εικών του Νικήτα, ζώντος έτι αυτού, ανήρτηται και εν Ελλάδι και εν τη αλλοδαπή μεταξύ εκείνων των μεγάλων ανδρών˙μετά θάνατον δε η προτομή αυτού θέλει κατασταθή σεβαστόν μνημείον εις  πάντα τόπον. Οι ξένοι περιηγηταί ασπάζονται σήμερον με σέβας τον Νικήταν, αλλά μετά θάνατον και ξένοι και ομογενείς, διαβαίνοντες εκ των Δερβενακίων θέλουν χαιρετά με δάκρυα το ηρώον του Νικήτα, ως σήμερον το του Μιλτιάδου τρόπαιον».

Παρ᾽όλα αυτά, η φτώχεια και η τύφλωσή του τον οδήγησαν τελικά στην επαιτεία. Με εντολή της αρχής που όριζε τα πόστα επαιτείας στον Πειραιά, του όρισαν μια θέση κοντά στην σημερινή εκκλησία της Ευαγγελίστριας και του επέτρεπαν να στέκεται εκεί κάθε Παρασκευή.


Στις 25 του Σεπτέμβρη του 1849, ο γενναιότερος των γενναίων, πεθαίνει ξεχασμένος, τυφλός και πάμφτωχος.

Ιωάννης Νικήτα Νικηταράς


Όταν πέθανε ο Στρατηγός Νικηταράς ο γιος του Ιωάννης – που είχε το όνομα του αδελφού του Νικηταρά – ήταν 20 χρονών. Αυτό προκύπτει από την απόφαση συνταξιοδότησης της « Αγγελικής χήρας μετά του Ιωάννου 20ετούς ορφανού του ποτέ στρατηγού της φάλαγγος Νικήτα Σταματελόπουλου». Η σύνταξη αυτή χορηγήθηκε στις 26 Αυγούστου 1854 και το ποσό ήταν 111 δραχμές. Ο Ιωάννης δεν κράτησε το οικογενειακό όνομα Σταματελόπουλος αλλά το αγαπημένο προσωνύμιο του πατέρα του Νικηταράς.

Παντρεύτηκε την πανέμορφη Βασιλική, το γένος Τσίπη, γνωστής Αργείτικης οικογένειας. Έζησε στο Άργος, στο σπίτι της σημερινής οδού Νικηταρά 5, που σήμερα μεν δεν υπάρχει αλλά που πήρε το όνομα της ακριβώς από αυτό το γεγονός. Ο Ιωάννης και η Βασιλική δεν απέκτησαν παιδιά. Αυτό δεν τους εμπόδισε να αποτελέσουν υπόδειγμα ζεύγους και κόσμημα για την πόλη του Άργους που πάντα με την συμπεριφορά τους, υπενθύμιζαν το ήθος και την φυσιογνωμία του Νικηταρά.

Ο Ταγματάρχης Ιωάννης Νικηταράς, πέθανε 60 χρονών και ετάφη στο Κοιμητήριο της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Η σύζυγός του Βασιλική αντίθετα, πέθανε σε πολύ μεγάλη ηλικία το 1942 και ετάφη στον ίδιο τάφο.        
 
Όσιος νεομάρτυρας Ιωάννης Τουρκολέκας


Στις 24 του Οκτώβρη εορτάζεται η μνήμη του αγίου νεομάρτυρα Ιωάννη Τουρκολέκα, αδελφού του Νικηταρά του Τουρκοφάγου. Κάθε χρόνο το χωριό Τουρκολέκα του Δήμου Φαλαισίας, της επαρχίας Μεγαλουπόλεως, του Νομού Αρκαδίας, τιμά την μνήμη του οσίου, ο οποίος αποκεφαλίστηκε στις 24 του Οκτώβρη του 1816 στην Μονεμβασιά, και του οποίου ναός υπάρχει στο χωριό που γεννήθηκε και μεγάλωσε.

Πηγές

  • Πρακτικά του Β΄Τοπικού Συνεδρίου Αργολικών Σπουδών, Τόμος 14, Άργος 30 Μαΐου-1 Ιουνίου 1986, Ιωάννης Π. Χιωτακάκος, σελ.414-418.
  • Δημήτριος Καμπουρόγλου, από «Το εικοσιένα», Πανηγυρικοί Λόγοι Ακαδημαϊκών, έκδ. Ακαδημία Αθηνών, Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, Αθήναι 1977.
  • Οδυσσέα Κουμαδωράκη, « Άργος το πολυδίψιον » Εκδόσεις Εκ Προοιμίου, Άργος 2007.
  • Δημητρίου Κ. Βαρδουνιώτου, « Καταστροφή του Δράμαλη », Εκ των τυπογραφείων Εφημερίδος ¨Μορέας¨, Εν Τριπόλει 1913.    
Το αλίευσα ΕΔΩ

             3/ Χαρακτηριστικές Πληροφορίες για τον Ήρωα


Ένας Ήρωας, τυφλός επαίτης, υπόδειγμα ήθους





Νικηταρά –Νικηταρά
Πού ᾽χεις στα πόδια σου φτερά
και στην καρδιά ατσάλι.



Nikitaras, Lithography by Karl Krazeisen.


Ο Νικήτας Σταματελόπουλος ή πιο 

γνωστός Νικηταράς ήρωας από τους λίγους της Επαναστάσεως του 1821, πέθανε στην 
(ψάθα) ζητιανεύοντας στα σοκάκια του Πειραιά. Η αρμόδια αρχή η οποία χορηγούσε τις θέσεις στους επαίτες, είχε ορίσει για τον ήρωα- επαίτη μια θέση κοντά στο σημείο όπου βρίσκεται σήμερα η εκκλησία της Ευαγγελίστριας και του επέτρεπε να επαιτεί κάθε Παρασκευή! Ήταν τόση η φτώχεια του σχεδόν τυφλού πλέον στρατηγού- η πολιτεία δεν του είχε δώσει σύνταξη- ώστε δεν είχε χρήματα ούτε για να αγοράσει ψωμί για την άρρωστη γυναίκα του- εκείνος μπορούσε να αντέξει την πείνα περισσότερο-.
Η περιπέτεια του ήρωα έφθασε στα αυτιά πρέσβη Μεγάλης Δύναμης, ο οποίος ενημέρωσε σχετικά την κυβέρνησή του. Έτσι κάποια στιγμή απεσταλμένος της πρεσβείας βρέθηκε στη θέση που ζητιάνευε ο στρατηγός. Μόλις ο Νικηταράς τον τον αντιλήφθηκε μάζεψε αμέσως το απλωμένο του χέρι! Τι κάνετε στρατηγέ μου; Ρώτησε ο απεσταλμένος. Απολαμβάνω την ελεύθερη πατρίδα! Απάντησε περήφανα ο ήρωας. Μα εδώ την απολαμβάνετε καθισμένος στο δρόμο;
Η πατρίδα μου έχει χορηγήσει σύνταξη για να ζω καλά αλλά εγώ έρχομαι εδώ για να παίρνω μια ιδέα πώς περνάει ο κόσμος. αντέτεινε ο περήφανος Νικηταράς. Είδε και απόειδε ο ξένος και γύρισε να φύγει χαιρετώντας ευγενικά. Φεύγοντας όμως, άφησε να του πέσει ένα πουγγί με χρυσές λίρες ώστε να μην προσβάλει τον πάμφτωχο στρατηγό. Ο Νικηταράς άκουσε τον ήχο, έπιασε το πουγγί το ψηλάφισε και φώναξε στον ξένο. Σου έπεσε το πουγγί σου. Πάρτο για να μην το βρει κανείς και το χάσεις!
Μακάρι τέτοια παραδείγματα να γίνουν και σήμερα φωτεινοί φάροι στη δύσκολη πορεία μας και έξοδος στα αδιέξοδα.

Το αλίευσα ΕΔΩ


Νικηταράς ο Τουρκοφάγος
Ιδιόχειρη υπογραφή
 αγωνιστή της επαναστάσεως του 1821 σε εικόνα
φωτορεπορτάζ του Βαγγέλη Μπουγιώτη

        Έκπληκτος ο πατήρ Διονύσιος του ιερού ναού Παναγιάς Ναυπλίου ανακάλυψε στα κειμήλια του ιερού ναού μια σπάνια εικόνα του Αγίου Αντωνίου με ιδιόχειρη υπογραφή του αγωνιστή της επαναστάσεως του 1821 Νικηταρά Σταματελόπουλου (ΤΟΥΡΚΟΦΑΓΟΥ).
Στην φωτογραφία της ιστορικής Αγίας Εικόνος του Αγίου Αντωνίου-της Φωτιάς και του πολέμου- δωρεά του Νικηταρά στην ενορία μας που έγινε το 1821 ως αφιέρωμα στον Ι.Ναό Γενεσίου της Θεοτόκου Ναυπλίου- για την ιστορική και καθοριστική για το μέλλον του αγώνα, μάχη και νίκη κατά των Οθωμανών στο Βαλτέτσι, όταν με μισό αριθμό Ελλήνων σε σύγκριση με τους Τούρκους κατάφερε να τους εξοντώσει, τόσο που έπαθε και το χέρι του αγκύλωση από την λαβή του σπαθιού και δεν μπορούσαν να το αποτραβήξουν, θα μας πει ο ιερέας του ιερού ναού και συνεχίζειαπό την ίδια ενορία επίσης ήταν και η σύζυγός του Αγγελίνα.
Ακόμη δίπλα από τον Ι.Ναό σώζεται το αρχοντικό σπίτι που του παραχώρησε ο Καποδίστριας (στην πλ.Συντάγματος) για να του το αρπάξει κατόπιν η τρόϊκα των 3 γερμαναράδων αντιβασιλέων και να κανταντήσει ζητιανος.
Η ιερά εικόνα σήμερα φυλάσσεται στον ναό ως κόρη οφθαλμού για να μπορούν και οι νεότεροι να βλέπουν από κοντά αυτή την πανέμορφη εικόνα, αλλά και να θυμούνται πως κάποτε κάποιοι πολέμησαν για να είναι αυτός ο τόπος ελεύθερος .
.....παρεμβάλονται όσα αναφέρονται στο  ¨ Ένας Ήρωας, τυφλός επαίτης, υπόδειγμα ήθους¨......
Στο κάτω μέρος της Αγίας Εικόνος αναγράφεται ΔΕΗΣΙΣ ΝΙΚΗΤΑ ΣΤΑΜΑΤΕΛΟΠΟΥΛΟΥ 1821
Ο ΝΙΚΗΤΑΡΑΣ Ο ΤΟΥΡΚΟΦΑΓΟΣ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥΣ!


Καταγράφουμε μια παντελώς άγνωστη ατάκα του Νικηταρά του Τουρκοφάγου που μνημονεύει ο Φωτάκος, ο γραμματέας του Κολοκοτρώνη και από τους πιο έγκυρους ιστοριογράφους της Ελληνικής Επαναστάσεως. Η φράση αυτή του Νικηταρά, ουδέποτε διδάχθηκε σε κάποια βαθμίδα της Ελληνικής Εκπαιδεύσεως, και θα καταλάβετε αμέσως το γιατί. Όπως, λοιπόν, καταγράφει ο Φωτάκος, όταν ξέσπασε ο Εμφύλιος μεταξύ Πελοποννησίων και Ρουμελιωτών πολιτικάντηδων, ο Νικηταράς μαζεύει στο Ανάπλι τους βουλευτές που πλακωνόντουσαν εξαιτίας του μετέπειτα πρωθυπουργού Ανδρέα Μεταξά και τους λέει… ΝΙΚΗΤΑΡΑΣ Ο ΤΟΥΡΚΟΦΑΓΟΣ: «Το Γένος θέλει ό,τι θέλομεν εμείς οι Στρατιωτικοί και πάρετε τα μέτρα σας οι Πολιτικοί. Δεν υποφέρεσθε πλέον διά την διχόνοιάν σας, με την οποίαν θέλετε να αφανίσετε το Γένος. Από αυτά που ακούω και βλέπω, θα γίνει αφεύκτως Γκοβέρνο Μιλιτάρε (ελληνιστί= Στρατιωτική Κυβέρνησις)»!...



4/   Φωτογραφικό Υλικό

Νικήτας Σταματελόπουλος ή Νικηταράς ο Τουρκοφάγος (1782 - 1849 )

Νικηταρά –Νικηταρά
Πού ᾽χεις στα πόδια σου φτερά
και στην καρδιά ατσάλι







Νικήτας Σταματελόπουλος. Ελαιογραφία.


















Ο Νικηταράς,

(Νικήτας Σταματελόπουλος)








































Κλασική λαϊκή λιθογραφία, η οποία τυπώθηκε από τις εκδόσεις ΑΓΚΥΡΑ .
Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. Αθήνα




















Νικήτας, επιζωγραφισμένη λιθογραφία, A. Friedel, Λονδίνο – Παρίσι, 1827.



























Η Μάχη
του Βαλτετσίου.




























































Το Τουρκογέφυρο πάνω από το ρέμα του Ταξιάρχη, δεξιά το ύψωμα του Λάκκου, αριστερά η πορεία που ακολούθησε η στρατιά του Δράμαλη.










Μάχη στα στενά
των Δερβενακίων
Θ. Βρυζάκης.










Η στρατιά του Δράμαλη τρέπεται σε φυγή καταδιωκόμενη από τους Έλληνες.


Ο Νικηταράς έσπευσε να ανακόψει την υποχώρηση των Τούρκων προς την Κόρινθο και έτσι στη χαράδρα μπροστά στον Άγιο Σώστη οι Τούρκοι άφησαν περισσότερους από 3.000 νεκρούς.










Ο Νικηταράς
κατακριμνίζει
Τούρκο ιππέα
στα Δερβενάκια.
Σ΄αυτή την περιοχή
Ο Ελληνας αγωνιστής
ανάνέωσε
τον τίτλο του
" Τουρκοφάγου"
(Παρίση,
Εθνική
Βιβλιοθήκη)













































.




Στον
'Αγιο
Σώστη







Το σπίτι του Φέκα -αρχηγείο του Νικηταρά και των άλλων οπλαρχηγών.







Από το Προφήτη Ηλία. Αριστερά διακρίνεται το Ναύπλιο. δεξιά ο αργολικός κάμπος και το Άργος.








Πόλεμος της
Τριπολιτζάς
και των πέριξ αυτής
χωρίων,
του Παναγιώτη
Ζωγράφου.









Τριπολιτζά


























































































Το σπίτι του
Νικηταρά
στη Νέδουσα.















Δύο όψεις από αναμνηστικό μετάλλιο από κράμα χαλκού για Θ. Κολοκοτρώνη & Νικήτα Σταματελόπουλο.

























Η προτομή
του Νικηταρά
στη Νέδουσα.



































Νικηταράς ο Τουρκοφάγος.
ΠαύλοςΒρέλλης
Μουσείο Ελληνικής
Ιστορίας
Κέρινο ομοίωμα
του Νιοκηταρά
Σταματόπουλου























































































































 



















http://anthoulaki.blogspot.com/




Πρότυπο παλικαριάς και αρετής)


Νικηταράς
Νικηταράς
Πρότυπο παλικαριάς και αρετής
Συγγραφείς:   Δημήτρης Σταμέλος
Θέμα:  Βιογραφίες-Απομν/ματα-Μαρτυρίες
Εκδότης: Βιβλιοπωλείον της Εστίας
Σελίδες:  406
Ημ. Έκδοσης: 01/07/2000

   Δημοτικά Τραγούδια που αναφέρονται στο Νικηταρά  

         Τα δημοτικά τραγούδια που ακολουθούν φανερώνουν την παλικαριά, το ατρόμητο του χαρακτήρα και τον φόβο που είχαν οι Τούρκοι γι΄αυτόν τον ΉΡΩΑ του 21

Του Δράμαλη

Φύσα, μαΐστρο δροσερέ κι αέρα του πελάγου,
να πας τα χαιρετίσματα στου Δράμαλη τη μάνα.
Της Ρούμελης οι μπέηδες, του Δράμαλη οι αγάδες
στο Δερβενάκι κείτονται, στο χώμα ξαπλωμένοι.
Στρώμα 'χουνε τη μαύρη γης, προσκέφαλο λιθάρια
και για απανωσκεπάσματα του φεγγαριού τη λάμψη.
κι ένα πουλάκι πέρασε και το συχνορωτάνε;
«Πουλί, πώς πάει ο΄πόλεμος, το κλέφτικο ντουφέκι;»
«Μπροστά πάει ο Νικηταράς, πίσω ο Κολοκοτρώνης,
και παραπίσω οι Ελληνες με τα σπαθιά στα χέρια».
Γράμματα πάνε κι έρχονται στων μπέηδων τα σπίτια.
Κλαίνε τ' αχούρια γι' άλογα και τα τζαμιά για Τούρκους,
κλαίνε μανούλες για παιδιά, γυναίκες για τους άντρες.
 

Στα Τρίκορφα μες την κορφή

Στα Τρίκορφα, λέει, στα Τρίκορφα, στα Τρίκορφα μες την κορφή
Στα Τρίκορφα μες την κορφή Κολοκωτρώνης πολεμεί (ή: κάνει ορδή)
Μες τα Τρίκορφα στη ράχη πάει το αίμα σαν αυλάκι.
Κολοκοτρώ- λέει, Κολοκοτρώ- Κολοκοτρώνης φώναξε
Κολοκοτρώνης φώναξε και όλος ο κόσμος τρόμαξε
Του Νικηταρά φωνάζει και τους Τούρκους τους τρομάζει
Που ΄σαι, μωρέ, λέει, πού ΄σαι, μωρέ, που ΄σαι, μωρέ Νικηταρά
Που ΄σαι, μωρέ Νικηταρά, που χουν τα πόδια σου φτερά
Μες στους κάμπους πως κοιμάσαι και τους Τούρκους δε φοβάσαι.


Η μάχη στο Βαλτέτσι 1821

Βαλτέτσι μου περήφανο
και χιλιοδοξασμένο,
πού είναι οι λεβέντες σου
που όλο τους περιμένω
ναρθούνε να χορέψουνε
στης Παναγιάς τη χάρη
στου Βαλτετσίου τον πλάτανο
να ρήξουν το λιθάρι
ν' αναδειχτούνε στο σπαθί
και στο καλό σημάδι,
ν'αναδειχτούν και στο χορό,
ποιός είναι παληκάρι.
Εδώ που μαζευτήκανε
όλοι οι καπεταναίοι
της Μάνης ο Πετρόμπεης
και Κολοκοτρωναίοι
κι' όλοι λεβέντες του Μοριά
που ήτανε γενναίοι.
Κολοκοτρώνης φώναξε
ψηλά απ'το Ρεζενίκο
γειά σου Κολοκοτρώνη μου
πώς να σαλησμονίκω
κράτα ρε Μήτρο Πέτροβα
του κούκου το ταμπούρι
σας φέρνουμε ζεστό ψωμί
κρασί να πιείτε ούλοι.
Σας φέρνω και αρνιά ψητά
βαρώντας το νταούλι
ετάξανε στην Παναγιά
στην Παναγιά Παρθένα
από τα παλικάρια τους
μη σκοτωθεί κανένα.
Τότε στη μάχη ρίχτηκαν
μες το Βαλτέτσι ούλοι
και πήρανε τη λευτεριά
για να μη ζούνε δούλοι
μας χάρισαν τη λευτεριά
και μεις δεν ζούμε δούλοι
έφτασε κι' ο Νικηταράς
με το σπαθί στο χέρι
πέντε πιστόλες κράταγε
κι αστρακτερό μαχαίρι
στην ρεματιά του Βαλτετσιού
τους έκανε καρτέρι
γεια σου μωρέ Νικηταρά
άλλον δεν είχες ταίρι
είχες στα πόδια σου φτερά
κι όλη τουρκιά το ξέρει
έτσι παιδιά μου τέλειωσε
η μάχη στο Βαλτέτσι
τους Τούρκους τους εκλείσανε
σαν κότες στο κοτέτσι
τους κλείσαν στην Τριπολιτσά
προτού ο ήλιος πέσει.
Εσείς που δοξαστήκατε
στις δώδεκα του Μάη
εμείς θα σας γιορτάζουμε
αιώνια κάθε Μάη
στεφάνια θα σας φέρνουμε
με λουλούδια του Μάη
δάφνες, σγουρό βασιλικό
πανθήζουνε το Μάη.


 Θαυμάζω την Ελλάδα μας

Θαυμάζω την Ελλάδα μας
μ’ όλες τις ομορφιές της.
Μα πιο πολύ απ’ όλα της
τις θρυλικές μορφές της.
Θαυμάζω όλους τους ήρωες,
τα παλικάρια όλα,
που διώξανε τον τύραννο
από αυτή τη χώρα.
Θαυμάζω το Νικηταρά
τους Κολοκοτρωναίους
τον Οδυσσέα Ανδρούτσο μας
κι όλους τους Τζαβελλαίους.
Θαυμάζω τις Σουλιώτισσες,
το Ζάλογγο θαυμάζω!
Το Μεσολόγγι σκέπτομαι
κι αλήθεια ανατριχιάζω.
Θαυμάζω τους νησιώτες μας
τα παλικάρια εκείνα
Μιαούλη, Κανάρη Κωνσταντή
κι αυτή τη Μπουμπουλίνα.
Του Διάκου την υπέροχη
την αρετή θαυμάζω
και με συγκίνηση βαθειά
το λέω και το φωνάζω.
Είμαι εγώ Ελληνόπουλο
απ’ ένδοξους προγόνους
φέρω βαριά κληρονομιά
από χιλιάδες χρόνους.
Έχω κι εγώ όπως αυτοί,
αγάπη στην Πατρίδα
λατρεία εις τη Λευτεριά
και πίστη στη θρησκεία.


Σύνθεση ΠΑΖΛ : Ευάγγελος

2 σχόλια:

  1. Καταπληκτικό αφιέρωμα. Μπράβο σας. Επειδή υποστηρίζω την άποψη ότι πρέπει να μπει η προτομή του Νικηταρά έξω από την εκκλησία της Ευαγγελίστριας στον Πειραιά μήπως γνωρίζετε που ακριβώς διέμενε ο Νικηταράς στον Πειραιά;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια. Δυστυχώς δεν γνώρίζω που διέμενε ο Νικηταράς. Αν το πληροφορηθώ θα σας ενημερώσω.

    ΑπάντησηΔιαγραφή